Η αναγκαιότητα της σωστής ανάπτυξης της κινητικής συναρμογής στην παιδική ηλικία.

Η κινητική συναρμογή μαζί με τη φυσική κατάσταση αποτελούν τις δυο παραμέτρους της ανθρώπινης κινητικής απόδοσης και είναι αντικείμενο μελέτης εδώ και πολλές δεκαετίες.
Η κινητική συναρμογή, που στην ευρωπαϊκή βιβλιογραφία εμφανίζεται με τον όρο «συναρμοστικές ικανότητες», αντιμετωπίζεται στην προπονητική ως προϋπόθεση για την «κατοχή» των αθλητικών τεχνικών. Ωστόσο, η κινητική συναρμογή είναι μεγάλης σπουδαιότητας για τη μεγιστοποίηση της αθλητικής απόδοσης, αφού σε αυτήν «επενδύει» τόσο η φυσική κατάσταση όσο και η εκμάθηση των κινητικών δεξιοτήτων και των τεχνικών κάθε αθλήματος. Στην καθημερινή μας ζωή, είτε στη δουλειά είτε στη διασκέδαση και την αναψυχή, υπάρχουν απαιτήσεις σε αντιληπτική και κιναισθητική διαφοροποίηση, αντίληψη και προσανατολισμό στον χώρο και τον χρόνο, ικανότητα αντίδρασης σε απλά και πολύπλοκα ερεθίσματα, επιδέξιος χειρισμός κάτω από χρονική πίεση, λεπτή κινητική ικανότητα, κινητική προσαρμοστικότητα και ισορροπία. Όλες οι παραπάνω ικανότητες έχουν τη θέση τους σε καθημερινές δραστηριότητες και καθορίζουν την ανθρώπινη απόδοση και παραγωγικότητα. Έτσι, κάποιος που δεν τα καταφέρνει καλά στον συντονισμό των κινήσεών του, χαρακτηρίζεται «αδέξιος» ή ένας αθλητής που επανειλημμένα δεν καταφέρνει ναβάλει καλάθι στο μπάσκετ «άστοχος».
Η αποτελεσματική καθοδήγηση της προπόνησης απαιτεί πλήρη γνώση όλων των παραγόντων που επηρεάζουν την ανάπτυξη της κινητικής συναρμογής. Ένα κρίσιμο σημείο αναφοράς κατά την ανάπτυξη της κινητικής συναρμογής είναι η ύπαρξη ευαίσθητων φάσεων. Κατά τη διάρκεια των ευαίσθητων φάσεων, ο οργανισμός εμφανίζει καλύτερη «προπονησιμότητα» απ’ ότι σε άλλες περιόδους. Όπως προαναφέρθηκε, κατά την παιδική ηλικία παρατηρείται γραμμικότητα των επιδόσεων σε ασκήσεις κινητικής συναρμογής. Έχει βρεθεί ότι μεταξύ 7 και 11-12 ετών ο οργανισμός είναι ιδιαίτερα ευαίσθητος σε ερεθίσματα κινητικής συναρμογής, κάτι που έχει άμεση επίπτωση στη βελτίωση των επιδόσεων σε αυτό τον τομέα (Starosta & Hirtz, 1989). Η προπόνηση σ’ αυτή τη φάση ενισχύει ακόμα περισσότερο τις επιδόσεις κινητικής συναρμογής (Wolanski & Parizkova, 1976). Οι Starosta και Hirtz (1989) θεωρούν ότι, αν αυτή η φάση μείνει ανεκμετάλλευτη, αργότερα θα είναι εμφανώς δυσκολότερη η διαδικασία ανάπτυξης της κινητικής συναρμογής. Έτσι, όχι μόνο συνιστάται αλλά και επιβάλλεται η προπόνηση κινητικής συναρμογής κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας. Αξιοσημείωτο είναι ότι ο οργανισμός είναι δεκτικός σε ερεθίσματα κινητικής συναρμογής και νωρίτερα από την ηλικία που προαναφέρθηκε, δηλαδή κατά την προσχολική ηλικία, γεγονός που ενισχύει την άποψη της έγκαιρης εξάσκησης της κινητικής συναρμογής και πριν από την ευαίσθητη φάση της (Καμπάς κ.α., 2001).
ΜΑΝΩΛΗΣ ΚΡΗΤΙΚΟΣ
Επικεφαλής εκπαιδευτής και ιδρυτής του
TACTICAL SYSTEM GET READY